Archive for Διαπίστευση

Η Διαπίστευση ως παράγοντας εμπιστοσύνης στο Σύστημα Ελέγχου Βιολογικών Προϊόντων

της Ηρώς Βαγενά (Υπεύθυνη Φυτικής Παραγωγής της Φιλικής Πιστοποίησης Α.Ε.)

Οι περισσότεροι από εμάς γνωρίζουν ότι η πιστοποίηση προϊόντων ή συστημάτων διαχείρισης διενεργείται από τους φορείς πιστοποίησης με βάση συγκεκριμένα, κατά περίπτωση, πρότυπα (π.χ. ISO 9001:2008) ή κανονισμούς (π.χ. Κανονισμοί (ΕΚ) 834/2007 & 889/2008 για την παραγωγή βιολογικών προϊόντων). Όμως, ποιος ελέγχει τους φορείς πιστοποίησης και σύμφωνα με ποια κριτήρια αξιολόγησης διενεργείται ο έλεγχος αυτός;

Αρχικά, ας ξεκαθαρίσουμε τη διαφορά μεταξύ δύο εννοιών, της πιστοποίησης και της διαπίστευσης, που συχνά συγχέονται.

Πιστοποίηση είναι η διεργασία κατά την οποία επιβεβαιώνεται ότι ένα προϊόν έχει παραχθεί σύμφωνα με ένα πρότυπο και ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του ή ένα σύστημα διαχείρισης πληροί τις απαιτήσεις ενός προτύπου. Η διαδικασία της επιβεβαίωσης διενεργείται με επιθεωρήσεις που πραγματοποιούνται από ανεξάρτητο οργανισμό επιθεώρησης, όπως είναι η Φιλική Πιστοποίησης. Η πιστοποίηση της συμμόρφωσης ενός προϊόντος σύμφωνα με τις απαιτήσεις συγκεκριμένων προτύπων είναι δυνατό να είναι προϋπόθεση για την κυκλοφορία του στην αγορά, όπως στην περίπτωση των βιολογικών προϊόντων, ή προαιρετική με πρωτοβουλία του κατασκευαστή ώστε να καταδειχθεί η συμμόρφωση του προϊόντος με μη υποχρεωτικής εφαρμογής πρότυπα.

Αντίθετα, διαπίστευση είναι η διαδικασία με την οποία ένας αρμόδιος φορέας παρέχει επίσημη αναγνώριση ότι ένας οργανισμός ή πρόσωπο είναι ικανός να πραγματοποιεί ειδικά έργα όπως π.χ. αναλύσεις ή πιστοποιήσεις. Πρόκειται δηλαδή για τη διαδικασία μέσω της οποίας οι φορείς πιστοποίησης αποκτούν το δικαίωμα χορήγησης «επίσημων» και αξιόπιστων πιστοποιητικών συμμόρφωσης.

Στην Ελλάδα, αρμόδιος φορέας για τη διαπίστευση είναι το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης A.E., με τον διακριτικό τίτλο E.ΣY.Δ., που υπάγεται στο Υπουργείο Ανάπτυξης. Το Ε.ΣΥ.Δ. εξετάζει και βεβαιώνει επίσημα, με τη χορήγηση Πιστοποιητικού Διαπίστευσης, ότι ένας φορέας (π.χ. ένα εργαστήριο ή ένας φορέας πιστοποίησης) έχει την ικανότητα να προσφέρει συγκεκριμένες υπηρεσίες οι οποίες προσδιορίζονται στο Επίσημο Πεδίο Εφαρμογής της Διαπίστευσης το οποίο συνοδεύει το Πιστοποιητικό Διαπίστευσης.

Η διάρκεια του πιστοποιητικού διαπίστευσης είναι τετραετής και για τη διατήρηση της διαπίστευσης διενεργείται ετήσια επιτήρηση του διαπιστευμένου φορέα. Επιπλέον, κάθε τέσσερα χρόνια λαμβάνει χώρα συνολική επαναξιολόγηση του φορέα.

Όμως, τι ακριβώς εξετάζει το Ε.ΣΥ.Δ. και με βάση ποια κριτήρια γίνεται η αξιολόγηση των φορέων ώστε να πάρουν τη διαπίστευση ή όχι;

Οι Φορείς Πιστοποίησης και Ελέγχου προκειμένου να διαπιστευτούν οφείλουν να συμμορφώνονται και να καθορίζουν τη λειτουργία τους σύμφωνα με συγκεκριμένα, κατά περίπτωση, πρότυπα ανάλογα με την εργασία που θα πραγματοποιούν.

 Σχήμα 1: Απεικόνιση συστήματος ελέγχου στην Ελλάδα.

Ένα τέτοιο πρότυπο είναι και το EN 45011:1998 με τίτλο «Γενικές απαιτήσεις για τους φορείς πιστοποίησης που λειτουργούν συστήματα πιστοποίησης προϊόντων». Το EN 45011:1998 είναι το αναγνωρισμένο Ευρωπαϊκό Πρότυπο για την πιστοποίηση προϊόντων, ισοδύναμο με το ISO/IEC 65:1996, το οποίο καθορίζει τις γενικές απαιτήσεις/τα κριτήρια που πρέπει να ικανοποιεί ένας φορέας πιστοποίησης που επιθυμεί να πιστοποιεί προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων φυσικά και των βιολογικών προϊόντων.

Το πρότυπο υιοθετήθηκε το 1989 και ουσιαστικά θέτει πέντε βασικούς άξονες με απώτερο στόχο να προωθηθεί και να ενδυναμωθεί η εμπιστοσύνη στον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η πιστοποίηση των προϊόντων από τους φορείς. Οι βασικοί αυτοί άξονες αφορούν στην:

  • Αμεροληψία και αντικειμενικότητα τόσο σε επίπεδο οργανωτικής δομής (διευθυντικά στελέχη και προσωπικό) όσο και σε επίπεδο διεργασιών που εκτελούνται από τον φορέα, συμπεριλαμβανομένης και της απόφασης για πιστοποίηση. Στον άξονα αυτό στηρίζεται μία από τις βασικές απαιτήσεις του προτύπου EN 45011, που απαγορεύει στους φορείς πιστοποίησης να προμηθεύουν ή να σχεδιάζουν προϊόντα του τύπου που πιστοποιούν (π.χ. η Φιλική, ως φορέας πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων, δεν πρέπει να προμηθεύει ή να σχεδιάζει βιολογικά προϊόντα) ή άλλα προϊόντα ή υπηρεσίες που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την εμπιστευτικότητα ή την αντικειμενικότητα τους (π.χ. παρασκευή ή εμπορία λιπασμάτων ή φυτοπροστατευτικών) και να παρέχουν συμβουλές σχετικές με την πιστοποίηση. Στο πλαίσιο της διασφάλισης της αμεροληψίας και της αντικειμενικότητας, το πρότυπο ορίζει τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου οργάνου που σκοπό έχει την εποπτεία της λειτουργίας του φορέα πιστοποίησης.
  • Εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που έρχονται σε γνώση του εκάστοτε φορέα πιστοποίησης, κατά την πορεία των δραστηριοτήτων ελέγχου και πιστοποίησης, και που αφορούν σε πελάτες του ή στα προϊόντα αυτών. Η διαχείριση αυτών των πληροφοριών και η πρόσβαση σε αυτές πρέπει να είναι ελεγχόμενη από τον φορέα ώστε να διασφαλίζεται ότι καμία πληροφορία δε θα αποκαλύπτεται σε τρίτους, χωρίς τη γραπτή συγκατάθεση του πελάτη. Ακόμα και στην περίπτωση που ο νόμος απαιτεί την αποκάλυψη των πληροφοριών ο πελάτης θα πρέπει να ενημερώνεται από τον φορέα.
  • Τεχνική επάρκεια του απασχολούμενου, από τον φορέα, προσωπικού που εμπλέκεται στις διαδικασίες ελέγχου και πιστοποίησης.
  • Καθιέρωση και διατήρηση τεκμηριωμένου συστήματος ποιότητας από τον φορέα πιστοποίησης που εκτός από τις τεχνικές απαιτήσεις ικανοποιεί και μια σειρά διοικητικών απαιτήσεων με σκοπό την καλύτερη εσωτερική λειτουργία του φορέα και την παροχή ισοδύναμων ποιοτικών υπηρεσιών προς τους πελάτες του. Για το λόγο αυτό ο φορέας θα πρέπει να επιβεβαιώνει συνεχώς την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητα του συστήματος αυτού.
  • Συνολική ευθύνη του φορέα πιστοποίησης για τη χορήγηση, διατήρηση, επέκταση, αναστολή ή ανάκληση της πιστοποίησης ακόμα και στην περίπτωση που αναθέτει σε τρίτους τη διενέργεια δοκιμών ή ελέγχων. Επιπλέον, ο φορέας πιστοποίησης θα πρέπει να προδιαγράφει τους όρους και να έχει διαδικασίες για τη χορήγηση, διατήρηση, επέκταση, αναστολή ή ανάκληση της πιστοποίησης.

Οι φορείς πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων που διαπιστεύονται σύμφωνα με το πρότυπο EN 45011 οφείλουν να καλύπτουν τις παραπάνω απαιτήσεις και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα μία σειρά θετικών απορροιών. Πρώτον, αποδεικνύεται μία ισοδύναμη επάρκεια μεταξύ των φορέων και παράλληλα επιτυγχάνεται τυποποίηση της παρεχόμενης υπηρεσίας για το σύνολο των πελατών. Δεύτερον, μέσα από τη διαδικασία διαπίστευσης και εσωτερικής αξιολόγησης των φορέων, αυξάνονται οι πιθανότητες εντοπισμού προβλημάτων και ευκαιριών βελτίωσης του συστήματος ελέγχου των βιολογικών προϊόντων και της αποτελεσματικότητας της παρεχόμενης υπηρεσίας. Τρίτον, επικυρώνεται η ανεξαρτησία, η ακεραιότητα και η τεχνική ικανότητα των φορέων πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων, μέσω ενός αρμόδιου φορέα που εφαρμόζει τις κατάλληλες διαδικασίες για την αξιολόγηση των συγκεκριμένων χαρακτηριστικών. Τέταρτον, επιτυγχάνεται αποδοτικότερη κάλυψη των επιχειρήσεων που εντάσσονται στο σύστημα ελέγχου και ενισχύεται η αξιοπιστία των φορέων ως προς την παροχή της υπηρεσίας. Τέλος, ισχυροποιείται η εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών σχετικά με τα πιστοποιητικά των βιολογικών προϊόντων που εκδίδονται από τους φορείς πιστοποίησης.

Εξετάζοντας τα παραπάνω προκύπτει ότι κοινός παρονομαστής είναι η ενίσχυση της αξιοπιστίας του συστήματος ελέγχου των βιολογικών προϊόντων στη συνείδηση των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, η εδραίωση και η ενδυνάμωση της εμπιστοσύνης σχετικά με την αποτελεσματική και αντικειμενική εφαρμογή των κανόνων βιολογικής παραγωγής.

Σχήμα 2: Ενίσχυση της εμπιστοσύνης στο σύστημα ελέγχου των βιολογικών προϊόντων μέσω της διαπίστευσης των φορέων πιστοποίησης

Συμπερασματικά, λοιπόν, η διαπίστευση των φορέων πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων με το πρότυπο EN 45011 «κλείνει» τον κύκλο εμπιστοσύνης μεταξύ αρμόδιων αρχών, φορέων πιστοποίησης, επιχειρήσεων και καταναλωτών ως προς τα προϊόντα που φέρουν την ένδειξη «βιολογικό».

Σχολιάστε